ΟΥΕΦΑ
Την επόμενη περίοδο (1976–77) η ΑΕΚ έφθασε μέχρι τα ημιτελικά του
κυπέλλου ΟΥΕΦΑ αποκλείοντας κατά σειρά Ντιναμό Μόσχας, Ντέρμπι Κάουντι, Ερυθρό
Αστέρα και Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς. Σταμάτησε στους 4 του θεσμού από τη
Γιουβέντους, η οποία κατέκτησε και το τρόπαιο. Στον προπονητή Φράντισεκ Φάντρονκ
πιστώθηκε κατά πολύ η ιστορική πρόκριση επί της ΚΠΡ, καθώς οι αλλαγές που
πραγματοποίησε και ιδιαίτερα αυτή του τερματοφύλακα πριν από τη διαδικασία των
πέναλτι, με τον Στεργιούδα να παραχωρεί τη θέση του στον Χρηστίδη, τον
δικαίωσαν, καθώς ο τελευταίος απέκρουσε δύο πέναλτι, οδηγώντας την ΑΕΚ στη νίκη
με 7–6 και παράλληλα στα ημιτελικά της διοργάνωσης.
Στην ημιτελική φάση η ΑΕΚ κλήθηκε να αντιμετωπίσει τη Γιουβέντους και στον πρώτο
αγώνα στο Στάδιο Κομουνάλε του Τορίνο, ξεκίνησε αρκετά καλά και το πρώτο
ημίχρονο έκλεισε με σκορ 1–1, όμως η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη με αποτέλεσμα να
ηττηθεί τελικά με 4–1. Στις 20 Απριλίου του 1977, στον επαναληπτικό αγώνα με την
ιταλική ομάδα, η ΑΕΚ ήταν καλύτερη δημιουργώντας αρκετές ευκαιρίες, δεν μπόρεσε
όμως να αποφύγει τη δεύτερη ήττα (0–1). Παρά την πίκρα του αποκλεισμού οι φίλοι
της ομάδας που βρέθηκαν στο γήπεδο, αποθέωσαν ποδοσφαιριστές και προπονητή για
τη μεγαλύτερη ως τότε διάκριση του συλλόγου σε ευρωπαϊκή διοργάνωση.
Την επόμενη περίοδο 1977–78 η ΑΕΚ με προπονητή τον Γιουγκοσλάβο Ζλάτκο
Τσαϊκόφσκι ("Τσικ") και με τους Ντούσαν Μπάγεβιτς και Μίλτον Βιέρα να συνθέτουν
εξαιρετικό τρίο με τον Μαύρο, κατέκτησε το νταμπλ. Στο πρωτάθλημα ήταν αήττητη
εντός έδρας με μόλις δύο ισοπαλίες, ενώ στο κύπελλο απέκλεισε αρχικά τον
Παναθηναϊκό με εκτός έδρας νίκη 1–0, στη συνέχεια τον Ολυμπιακό στη Νέα
Φιλαδέλφεια με το εντυπωσιακό 6–1 και στον τελικό κατέκτησε το τρόπαιο με νίκη
2–0 επί του ΠΑΟΚ με γκολ των Μπάγεβιτς και Μαύρου στο δεύτερο ημίχρονο.
Στον ίδιο ρυθμό συνέχισε και την περίοδο 1978–79, ξεκινώντας με προπονητή τον
Φέρεντς Πούσκας και τελευταίο μεταγραφικό απόκτημα τον Μίμη Δομάζο από τον
Παναθηναϊκό. Προηγήθηκε μια επεισοδιακή χρονιά με αλλαγή προπονητή λίγες
αγωνιστικές πριν το τέλος, καθώς με τον Πούσκας πέρασε μια περίοδο κάμψης για
περίπου έναν μήνα και την τεχνική ηγεσία ανέλαβε ο Ανδρέας Σταματιάδης, για να
διατηρήσει την ομάδα στην κορυφή, κάτι που τελικά επετεύχθη, καθώς ισοβάθμησε με
τον Ολυμπιακό στην πρώτη θέση, αλλά στον αγώνα μπαράζ που θα αναδείκνυε τον
πρωταθλητή, οι ερυθρόλευκοι αρνήθηκαν να λάβουν μέρος. Παράλληλα, έφτασε και
πάλι στον τελικό του κυπέλλου, αλλά ηττήθηκε από τον Πανιώνιο. Εκείνη τη χρονιά
ο Μαύρος αναδείχτηκε πρώτος σκόρερ με 31 γκολ σε 33 αγώνες, ενώ ο θρύλος της
ομάδας Μίμης Παπαϊωάννου σταματούσε το ποδόσφαιρο. Την ίδια χρονιά (1978–79)
στην Ευρώπη προχώρησε δύο γύρους στο κύπελλο Πρωταθλητριών, ενώ ξεχώρισε η
εντυπωσιακή εντός έδρας νίκη της με 6–1 επί της ισχυρής Πόρτο (η μεγαλύτερη
ελληνικού συλλόγου στην εν λόγω διοργάνωση) και ο αποκλεισμός της πορτογαλικής
ομάδας. Πρωταγωνιστές της διετίας 1977–79 υπήρξαν οι Μαύρος, Νικολούδης,
Παπαϊωάννου, Μουσούρης, Στεργιούδας, Δομάζος, Νικολάου, Χρηστίδης, Μπάγεβιτς,
Ραβούσης, Ιντζόγλου, Τσάμης, Βιέρα, Τάσος, Λ. Παπαδόπουλος.